Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

Υπογραμμίσεις XV: Stephen King (V)

"Καλά, δεν έχεις διαβάσει τη Λάμψη;! Ούτε την ταινία έχεις δει;!"

Είναι λογικό να δυσπιστεί κανείς απέναντι σε κάποιον που θεωρεί τον εαυτό του μεγάλο φαν του Stephen King, αλλά ταυτόχρονα δηλώνει ότι δεν έχει έρθει σε επαφή με συγκεκριμένα κομμάτια της δημιουργίας του τα οποία συνέβαλαν τα μάλα στη δημιουργία του μύθου του. Όμως, όντως, μέχρι χτες το βράδυ δεν είχα διαβάσει τη Λάμψη -και ακόμα δεν έχω δει την ταινία του Stanley Kubrick, την οποία, ως γνωστόν, ο King απεχθάνεται.

Το βιβλίο, εκείνη την παλιά έκδοση από Το Κλειδί, την πέτυχα σε τιμή 5€ στο περσινό πανηγύρι του Μυστρά -και την τσίμπησα. Νομίζω ότι αν δεν μου είχαν κάνει δώρο ο Σταν και η Μαρία, το 2015, το Δόκτωρ Ύπνος, τη συνέχεια δηλαδή της Λάμψης, ενδεχομένως να αργούσε επιπλέον η συνάντησή μου με το έργο αυτό. Το οποίο μου δημιούργησε ανάμεικτα συναισθήματα: ξεκίνησα διαβάζοντας γρήγορα τις πρώτες 100+ σελίδες, έπειτα φρέναρα, αμφέβαλα, ξαναμπήκα στο πνεύμα, μέχρι να φτάσω στο τέλος όπου ένιωσα πραγματική συγκίνηση. Δεν ξέρω τι έφταιξε: η μετάφραση που είχε τα θεματάκια της, εγώ που έχω διαβάσει πλέον πολλά του King κι είμαι αυστηρός...;

Ήταν εξαρχής (1977 εκδόθηκε Η Λάμψη), πάντως, ο συγγραφέας αυτός μάστορας στο πλάσιμο απολύτως απτών χαρακτήρων: ο Τζακ Τόρανς, που παλεύει με τον αλκοολισμό του (σαφώς αυτοβιογραφικός εδώ ο King), η Γουέντι, που αγαπάει τον άντρα της αλλά νιώθει και απειλή από τη σκοτεινή πλευρά του, και ο Ντάνι, το χαρισματικό παιδί που βλέπει οράματα τα οποία δεν μπορεί να κατανοήσει, είναι χαρακτήρες που νιώθεις να γνωρίζεις καλά καθώς τελειώνεις την ανάγνωση.

Ο Γουάτσον τον κοίταξε με θαυμασμό. "Διάβολε, είσαι στ' αλήθεια κολεγιόπαιδο, έτσι δεν είναι; Μιλάς όπως τα βιβλία. Μου αρέσουν οι σπουδαγμένοι όταν δεν είναι αδερφές. Πολλοί όμως είναι. Ξέρεις ποιοι άρχισαν τις φασαρίες στα κολέγια πριν από μερικά χρόνια; Οι ομοφυλόφιλοι. Ένιωθαν περιορισμένοι και ήθελαν, λέει, να ελευθερωθούν. Να βγουν στο φως, έτσι είπαν. Που να πάρει, δεν μπορώ να καταλάβω πού βαδίζει ο κόσμος".
-----
"[...] η κολακεία είναι το γράσο που λαδώνει τους τροχούς του κόσμου".
-----
Η ψυχή ενός αληθινού τυχοδιώκτη κι ενός αληθινού συζητητή δεν έχουν μεγάλες διαφορές. Και οι δυο ενδιαφέρονταν με πάθος για τη μεγάλη ευκαιρία.
-----
"Όλοι μας θυμόμαστε πιο εύκολα τα ευχάριστα όνειρά μας παρά τα τρομακτικά. Φαίνεται πως υπάρχει κάποιο κενό ανάμεσα στη συνείδηση και το υποσυνείδητο στο οποίο ζει ένας σκληροπυρηνικός πουριτανός. Ένας λογοκριτής που αφήνει να περνάει μόνο μια μικρή ποσότητα που κι αυτή, πολύ συχνά, δεν είναι παρά μόνο συμβολική. Βέβαια όλα αυτά είναι υπεραπλουστευμένος Φρόιντ, αλλά περιγράφουν καθαρά αυτά που ξέρουμε για τις αλληλεπιδράσεις του μυαλού".
-----
"Η σχιζοφρενική συμπεριφορά είναι πολύ συνηθισμένη στα παιδιά. Είναι αποδεκτή, γιατί εμείς οι ενήλικοι έχουμε συμφωνήσει σιωπηλά πως τα παιδιά είναι παράφρονες. Έχουν αόρατους φίλους. Μπορούν να πάνε να χωθούν στην ντουλάπα όταν το θελήσουν και να αποτραβηχτούν από τον κόσμο. Αποδίδουν ιδιότητες φυλακτού σε μια συγκεκριμένη κουβέρτα, σε ένα αρκουδάκι ή σε μια ψεύτικη τίγρη. Πιπιλάνε το δάχτυλό τους. Όταν ένας ενήλικος βλέπει πράγματα που δεν υπάρχουν, τον θεωρούμε υποψήφιο για το ζουρλομανδύα. Όταν ένα παιδί λέει πως βλέπει ένα γίγαντα στην κρεβατοκάμαρά του ή ένα βρικόλακα έξω από τα παράθυρο, χαμογελάμε με επιείκεια. Υπάρχει μια και μόνο φράση που εξηγεί όλα αυτά τα φαινόμενα που παρουσιάζονται στα παιδιά..."

"Θα μεγαλώσει και θα το ξεπεράσει", είπε ο Τζακ.
-----
Θα το έγραφε για τον ίδιο λόγο που πίστευε πως είχαν γραφτεί όλα τα λογοτεχνικά έργα και μυθιστορήματα: στο τέλος πάντα αποκαλύπτεται η αλήθεια.

Ναι, ίσως είχε δίκιο στην αρχή. Ήταν μεθύστακας και είχε κάνει φοβερά πράγματα. Ήταν φοβερό να σπάσει το χέρι του Ντάνι. Όμως όταν ένας άνθρωπος διορθώνεται δεν πρέπει αργά ή γρήγορα να του δείξουν εμπιστοσύνη; Κι αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο θα έχει άδικο αν ξαναρχίσει;
-----
Όταν πλησιάζεις τα εξήντα [...] πρέπει ν' αρχίσεις να σκέφτεσαι το θάνατο. Οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να πεθάνεις. Κι αυτή η σκέψη βρισκόταν στο μυαλό του όλη αυτή τη βδομάδα, όχι σαν κάτι δυσάρεστο αλλά σαν ένα γεγονός. Ο θάνατος είναι μέρος της ζωής. Πρέπει να προσαρμόζεσαι σ' αυτή την ιδέα, αν θέλεις να είσαι ολοκληρωμένος άνθρωπος. Κι αν είναι δύσκολο να καταλάβεις το γεγονός του δικού σου θανάτου, μπορείς τουλάχιστον να το αποδεχτείς.
-----
"Πού ήσουν; Φοβηθήκαμε!" του είπε ανάμεσα από τα δόντια του που χτυπούσαν.

"Αυτό εδώ το μέρος μόνο φόβο μπορεί να προκαλέσει", είπε ο Χάλοραν.
-----
Ο Ντάνι είχε να χύσει ακόμα πολλά δάκρυα και ήταν τυχερός που ήταν τόσο μικρός και μπορούσε να κλάψει ελεύθερα. Τα δάκρυα που ανακουφίζουν συγχρόνως καίνε και βασανίζουν.
-----
"Ντάνι, άκουσέ με. Θα σου πω κάτι και δεν πρόκειται να το επαναλάβω ποτέ. Υπάρχουν πράγματα που δεν είναι κατάλληλα για τα αυτιά ενός εξάχρονου αγοριού, αλλά αυτό που πρέπει να γίνεται κι αυτό που τελικά γίνεται συμβαδίζουν σπάνια. Ο κόσμος είναι σκληρό μέρος, Ντάνι. Δεν ενδιαφέρεται. Δε μας μισεί, αλλά ούτε μας αγαπάει. Συμβαίνουν τρομερά πράγματα στον κόσμο, πράγματα που δεν μπορεί να τα εξηγήσει κανείς. Πολλές φορές οι καλοί άνθρωποι πεθαίνουν με φριχτούς τρόπους κι αφήνουν μόνους τους τους αγαπημένους τους. Μερικές φορές μάς φαίνεται ότι ζουν και βασιλεύουν μόνο τα καθάρματα. [...] Αυτός είναι ο προορισμός σου σ' ετούτο τον σκληρό κόσμο: να διατηρείς την αγάπη σου και να τραβάς μπροστά ό,τι κι αν συμβαίνει".

Stephen King, Η Λάμψη, μετάφραση Γιάννας Αναστοπούλου, εκδόσεις Το Κλειδί/Λιβάνης

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

Η απέραντη γαλάζια μοναξιά στη Σαντορίνη

Τα σώματα απουσιάζουν, οπότε αρκούμαι στις φωνές που φτάνουν παραμορφωμένες από το πέρασμά τους μέσα απ' τα καλώδια. Τέσσερις τοίχοι. Πολλά έπιπλα, αλλά ελάχιστα από αυτά χρήσιμα: ένα τραπέζι, μια καρέκλα, ένα στρώμα.

Δουλειά πολλή, που περιμένει να πάρει τη σειρά της. Αλλά αδυνατώ να αντεπεξέλθω. Αφήνω τον χρόνο να χάνεται, χαζεύοντας δελτία ειδήσεων, ακολουθώντας αόρατα διαδικτυακά νήματα, ακούγοντας μουσικές που έχω ακούσει και ξανακούσει, προσπαθώντας να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις. Αλλά ποιες σκέψεις;

Η άλλη δουλειά, η πρωινή, είναι εκείνη που με κρατάει. Θέλω να μπω στην τάξη, να μιλήσω στα παιδιά, να μιλήσω με τα παιδιά. Θέλω να μιλήσω και με τους υπόλοιπους -με κάποιους. Με εκείνους που βλέπουν αυτό που κάνουμε όπως το βλέπω κι εγώ.

Κι έπειτα επιστρέφω στο σκοτεινό δωμάτιο. Όλο λέω "σήμερα θα κάνω αυτό κι εκείνο", αλλά δεν μπορώ. Και δεν κάνω τίποτα. Ή κάνω πολύ λίγα. Ή δεν κάνω τίποτα.

Μικρός έζησα την απουσία του γονιού από το σπίτι. Δεν μου άρεσε. Τώρα είμαι εγώ εκείνος που λείπει, και δεν μου αρέσει ακόμα περισσότερο.

Περικυκλωμένος από το απέραντο γαλάζιο που οι περισσότεροι λάτρεψαν. Που πλήρωσαν για να βρεθούν στη θέση μου. Τους το χαρίζω, θέλω να φύγω. Δεν είμαι αχάριστος, ξέρω ότι στάθηκα τυχερός. Αλλά θέλω να φύγω.

Κανείς δεν πρέπει να ζει μόνος.

Κανείς δεν πρέπει να ζει μακριά από τα πρόσωπα με τα οποία διάλεξε να ζήσει.

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Να μιλάμε για το Πολυτεχνείο

Σκέφτεσαι ότι τα παιδιά που έχουν φτάσει στο Λύκειο τα ξέρουν, τα 'χουν ακούσει καμιά δεκαριά φορές, τουλάχιστον. Κι έτσι ξεκινάς να προβάρεις με τη χορωδία, χωρίς προλόγους.

Ώσπου, εκεί που τραγουδούν "τακ τακ εσύ, τακ τακ εγώ", τα βλέπεις να γελάνε. Τους εξηγείς τι σημαίνει αυτό, τι γινόταν τότε, ότι ο Ανδρέας, που τον "χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα", ήταν αληθινό πρόσωπο. Σε άλλη περίπτωση, σε κουβέντα που ανοίγει μια συνάδελφος, ακούς από άλλο παιδί ότι "πρώτη φορά άκουσα κι έμαθα για το πραξικόπημα στην Κύπρο, δεν το ήξερα".

Δεν αρκεί να διοργανώνουμε μια γιορτή μια φορά τον χρόνο, με όλες τις δυσκολίες που κάτι τέτοιο έχει, αλλά και τις ευκολίες στις οποίες συχνά καταφεύγουμε λόγω των χρονικών ορίων μέσα στα οποία καλούμαστε να δράσουμε. Πρέπει πάντα να κουβεντιάζουμε με τα παιδιά, να λύνουμε τις απορίες τους, να ψάχνουμε για να απαντήσουμε και τις δικές μας. Η γιορτή αυτή είναι η πιο δική τους, απλώς πολλά δεν το ξέρουν.

Να μιλάμε για το Πολυτεχνείο στα παιδιά. Υπάρχουν άλλοι που το κάνουν συστηματικά, που τους περνάνε τη διαστρέβλωση, ακόμα και την άρνηση αυτής της Ιστορίας.

Να μιλάμε για το Πολυτεχνείο.

Να μιλάμε.

* Φωτογραφία του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα (από εδώ)

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018

Συνέντευξη με την Angelika Dusk

Η Angelika Dusk είναι μία από τις νέες και υποσχόμενες γυναικείες φωνές της εγχώριας σκηνής. Με το Beautiful Mess, το δεύτερο άλμπουμ της, να είναι ακόμα ζεστό, η τραγουδοποιός και ερμηνεύτρια πατάει απόψε το σανίδι του Faust, στην πρώτη της ζωντανή εμφάνιση για τη φετινή σεζόν. Με αυτή την αφορμή έκανα μια κουβέντα μαζί της, για λογαριασμό του Avopolis.

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018

Ένα αντίο στον Stan Lee (1922-2018)

"Stan Lee presents..."

Πόσες φορές δεν αντίκρισα την παραπάνω φράση, στην πρώτη σελίδα των τευχών που αγόραζα ευλαβικά κάθε εβδομάδα ως παιδί... "Μα ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος;"

Το πρώτο τεύχος του Σπάιντερ-Μαν μου το αγόρασε η μάνα μου -έτσι θυμάμαι, τουλάχιστον-, μαζί με κάποιο Σεραφίνο-Τιραμόλα, για να μου δώσει κάτι να ασχολούμαι. Ήμασταν στο Ναύπλιο, για τη βάφτιση της αδερφής μου, άρα μιλάμε μάλλον για το 1985. Εγώ μέσα εκεί ανακάλυψα έναν απίθανο νέο κόσμο, κι η μάνα μου μάλλον το μετάνιωσε πολλές φορές από τότε. Την εποχή εκείνη κυκλοφορούσαν διάφορες ηλίθιες θεωρίες για τα κόμικς και το πώς αυτά έκαναν τα παιδιά βίαια ή χαζά, και οι μεγάλοι πάντα προσπαθούσαν να μας αποτρέψουν από τέτοια αναγνώσματα. Η θεία μου η Φανή πρωτοστατούσε σε αυτόν τον αγώνα -μάταια πάντα: τσίμπαγα κρυφά (εντάξει, "έκλεβα" είναι το σωστό ρήμα) λεφτά από την τσάντα της μαμάς για να πάω στο περίπτερο της γειτονιάς και να τα δώσω ως αντίτιμο για λίγο ακόμη παράδεισο. Από κοντά κι ο αδερφός μου.

Εκείνα τα χρόνια, τα δικαιώματα των υπερηρώων της Marvel τα είχαν οι εκδόσεις Καμπανά (KABANAS HELLAS), και μέσα από τα "φτωχά" τεύχη τους (2 σελίδες ασπρόμαυρο, 2 σελίδες τετραχρωμία, μικρό μέγεθος) γνώρισα όχι μόνο τον φιλικό γείτονα από τη Νέα Υόρκη, αλλά και τον Χουλκ (sic), τους X-Men, τον Κάπτεν Αμέρικα και τους Εκδικητές, τον Ατρόμητο, και τόσους άλλους. Και βέβαια γνώρισα τα ονόματα των δημιουργών τους: του Stan Lee, του Steve Ditko, και των δύο πλέον αγαπημένων μου σχεδιαστών, Todd McFarlane και Frank Miller. Οι ήρωες του Lee ήταν πανίσχυροι ως ήρωες, αλλά ευάλωτοι ως άνθρωποι: χαμένοι στα καθημερινά τους προβλήματα το πρωί, στο κυνήγι των κακών τη νύχτα. Δεν καταλάβαινα όλα όσα διάβαζα (ήμουν παιδί του Δημοτικού, σε μια επαρχιακή πόλη ξεχασμένη απ' τον Θεό), όμως με συγκινούσε σε απίστευτο βαθμό η εικονογραφία και η μυθολογία του Marvel-ικού σύμπαντος.

Αργότερα, στο περιοδικό μπήκαν διάφορες στήλες ποικίλης ύλης (για υπολογιστές, μεταφυσική, UFO κλπ.), με την επιμέλεια του Πάνου Παχνέλη. Εκείνη την εποχή πρέπει να μπήκε στη στήλη αλληλογραφίας και μια επιστολή μου (το πρώτο μου δημοσιευμένο κείμενο!), για το οποίο ο Παχνέλης με συνεχάρη για τη σωστή χρήση της ελληνικής γλώσσας. Έπειτα, όταν είχα φτάσει στο Γυμνάσιο νομίζω, το περιοδικό έγινε έγχρωμο, μεγάλωσε σε μέγεθος και σελίδες, είχε αφίσες και έδειχνε σούπερ. Ώσπου κάποτε, ξαφνικά και απροειδοποίητα, έπαψα πια να το βρίσκω στα περίπτερα. Πήγαινα ξανά και ξανά να το αναζητήσω, μέχρι και στο τοπικό πρακτορείο Τύπου έφτασα. "Θα τους τελείωσε το χαρτί", μου απάντησε, μάλλον αστειευόμενος, ο Λιάκος...

Κάποια στιγμή ανακάλυψα ότι έρχονταν οι αμερικάνικες εκδόσεις στη Σπάρτη, και αγόρασα αρκετά από εκείνα τα τεύχη, ειδικά κάποια συλλεκτικά. Ήταν πολύ πιο ακριβά βέβαια, αλλά μόνο από το ξεφύλλισμα ήταν εύκολο να καταλάβεις πόσο φτωχοί ήταν οι εν Ελλάδι συγγενείς τους. Με τις ελληνικές εκδόσεις που ανέλαβαν στη συνέχεια δεν απέκτησα ποτέ την ίδια σχέση, μόνο σποραδικά αγόραζα κάποιο τεύχος ως φοιτητής. Αλλά πια είχα χάσει την επαφή, δεν μπορούσα να παρακολουθήσω τη ροή του σεναρίου. Ήμουν κάπου αλλού.

Τον ίδιο τον Stan Lee άργησα πολύ να τον δω έστω, πόσο μάλλον να τον γνωρίσω ως προσωπικότητα. Αλλά μου αρκεί που γνώρισα, τότε που έπρεπε, τα αποκυήματα της αχαλίνωτης φαντασίας του: τους ήρωες που διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τη σκέψη, την αισθητική και την ηθική μου. Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον τον γνώρισα πάρα πολύ καλά τον μεγάλο Stan.

"With great power comes great responsibility". Well put, old friend!

* Φωτογραφία του Jefferson Graham (από εδώ)

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Η χαμένη γενιά (που δεν θα χαθεί)

Έβλεπα σήμερα (άκουγα περισσότερο) τη συνέντευξη που έδωσαν ο Γιάννης Δημαράς, ο Γιώργος Λιάνης και ο Κώστας Χαρδαβέλας στην Έλενα Κατρίτση (εκπομπή Προσωπικά, ΕΡΤ1), όπου μίλησαν για την εποχή (δεκαετία του '80) που έκαναν τους Ρεπόρτερς. Είδα με συμπάθεια την τριάδα να θυμάται, να αστειεύεται και να αναλύει μια εποχή πολύ διαφορετική από τη σημερινή, από όλες τις απόψεις.

Προς το τέλος της συνέντευξης (στο 45ο λεπτό στο παρακάτω βίντεο), άκουσα τον Λιάνη να λέει κάτι που δεν θυμάμαι πόσες φορές έχω ακούσει στο παρελθόν. "Σήμερα η Ελλάδα δεν έχει κανέναν μεγάλο ποιητή, κανέναν μεγάλο ζωγράφο, είναι σε παρακμή σαν χώρα", ήταν πάνω κάτω τα λόγια του.

Είναι βέβαιο, όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ τουλάχιστον, ότι ο Λιάνης (και η πλειοψηφία των ανθρώπων της γενιάς του ενδεχομένως, αν και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την ηλικία) δεν θα ήταν σε θέση να αναφέρει, ονομαστικά έστω, ούτε έναν ποιητή, ούτε έναν ζωγράφο, ούτε έναν μουσικό της νέας γενιάς -το "μεγάλος" είναι, ούτως ή άλλως, άλλη υπόθεση και φυσικά απαιτεί χρόνο (κάτι που εύκολα ξεχνιέται όταν μιλάμε για τα ιερά τέρατα του παρελθόντος, λες και αυτοί θεωρούνταν εν τη γενέσει τους σπουδαίοι). Κάτι τέτοιο θα ήταν ενδεχομένως αδιάφορο σε άλλη περίπτωση, αλλά στη συγκεκριμένη δεν είναι καθόλου: γιατί ο Λιάνης δήλωσε ότι επιστρέφει στην τηλεόραση, ενώ η γενιά του, και οι επόμενες, δεν έφυγαν ουσιαστικά ποτέ από τις καίριες θέσεις.

Βρίσκω χυδαίο αυτό που λένε κάποιοι νεότεροι για τους παλιούς, ότι "πρέπει να πάνε σπίτι τους". Θυμάμαι, μάλιστα, κάτι τέτοιο να το ακούω, π.χ. για τον Διονύση Σαββόπουλο, πριν από 20 χρόνια ακόμα, όταν δηλαδή ήταν στα 50 του (!). Από την άλλη, είναι απαραίτητο να αφεθεί χώρος στους νεότερους, να συνυπάρξουν, δηλαδή, οι γενιές. Και ο χώρος αυτός δεν έχει να κάνει απαραίτητα (ή μόνο) με την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και γενικότερα την παρουσία στα μέσα ενημέρωσης. Έχει να κάνει κυρίως με την ίδια την έκφραση της απαξίωσης από τους "παλιούς", τη στιγμή που προφανέστατα έχουν μείνει στα δικά τους, σε αυτά που έμαθαν στα νιάτα τους, και δεν έχουν πάρει μυρωδιά για όσα ακολούθησαν. Είναι βέβαιο ότι ο Γιώργος Λιάνης, και ο καθένας που εκφράζει την εν λόγω άποψη, γνωρίζει την άγνοιά του. Ας επιλέξουν, λοιπόν, τη σιωπή, ή ας δηλώσουν έστω τον αγνωστικισμό τους. Ευτυχώς, στο βίντεο σπεύδει να τον διορθώσει ως προς αυτό ο Δημαράς.

Δεν είναι ειδικότητά μου η ποίηση, ούτε η ζωγραφική (παρότι μου έρχονται πρόχειρα στο μυαλό διάφορα ονόματα με προοπτικές και από τους δύο χώρους), για τη μουσική όμως μπορώ να σκεφτώ άμεσα κάμποσους δημιουργούς, και των δύο φύλων, ονόματα που εμφανίστηκαν μέσα στην τελευταία δεκαετία χονδρικά, και που έχουν δώσει σημάδια ότι μπορούν να εκφράσουν το εδώ και το τώρα (μας). Η συγκεκριμένη "γενιά", που για πολλούς είναι χαμένη επειδή αδιαφόρησε για τα ταβερνεία της TV (και/ή επειδή αδιαφόρησαν τα ταβερνεία για αυτήν), είναι βέβαιο ότι θα βρει τον δρόμο της προς το κοινό, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Θα μπορούσε, όμως, να βοηθηθεί ως προς αυτό, αν ταυτόχρονα δινόταν βήμα και στους ανθρώπους που θα μπορούσαν να την καταλάβουν, να την αναλύσουν, να την κριτικάρουν.

Ναι, για το δημόσιο ραδιόφωνο θα μιλήσω εδώ: βεβαίως να δοθούν εκπομπές σε φωνές που έχουν προσφέρει και που έλειψαν. Αλλά πρέπει δίπλα σε αυτούς να υπάρξουν και άνθρωποι 20-30 χρόνια νεότεροί τους, που καταλαβαίνουν και παρακολουθούν τους νέους καλλιτέχνες. Υπάρχουν πολλοί άξιοι, που κάνουν εκπομπές σε διαδικτυακά ραδιόφωνα ή σε ιδιωτικά. Αλλά και στην τηλεόραση, πρέπει να δοθεί χώρος σε νέες ιδέες, που θα παρουσιάσουν τη μουσική και τους μουσικούς μέσα σε μια διαφορετική (επιτέλους!) συνθήκη.

Ας ψάξουν, λοιπόν, οι ιθύνοντες, ας τολμήσουν να βγουν λίγο πέρα από την ασφαλή περιοχή τους. Θα βρουν εκεί έναν κόσμο κάπως ρημαγμένο και χαώδη, αλλά ελπιδοφόρο.

* Φωτογραφία από εδώ.
   

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

Η "Εκκωφαντική Σιωπή" του Γιώργου Λιτσικάκη

Δελτίο τύπου

"Εκκωφαντική Σιωπή"

Το νέο ψηφιακό single του Γιώργου Λιτσικάκη.

Δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του ντεμπούτο άλμπουμ του, Δεν Πειράζει, μια δουλειά που  ξεχώρισε και αγαπήθηκε τόσο από το κοινό, όσο και από τον έντυπο και ηλεκτρονικό μουσικό τύπο, ο Γιώργος Λιτσικάκης επιστρέφει στη δισκογραφία με ένα νέο τραγούδι.

Μετά από μια δυναμική συναυλία στον κήπο της ΕΡΤ στα πλαίσια του Summertime 2018, και λίγο πριν τις χειμερινές του εμφανίσεις, περνάει το κατώφλι του στούντιο, κυκλοφορώντας το νέο του ψηφιακό single με τίτλο "Εκκωφαντική Σιωπή".

Ένα κομμάτι που παντρεύει τις αρμονικές φόρμες του grunge και τον λυρισμό των εγχόρδων με στίχους που χτυπάνε κατευθείαν στο στομάχι.

Ένα τραγούδι για όσα ποτέ δεν τόλμησαν να ειπωθούν. Μια κραυγή γι’ αυτούς που έχασαν τη φωνή τους μέσα στα αφόρητα «βολικά» κελιά της σιωπής. Μια κλωτσιά σε κλειδωμένες πόρτες και κάλεσμα για μια ζωή απαλλαγμένη από σκιές. Ένας ύμνος για όσους τόλμησαν να φωνάξουν, αυτά που κάποτε ψέλλιζαν στο σκοτάδι.  Για όσους τίναξαν από πάνω τους το δίχτυ της αυτολύπησης. Για όσους δέχτηκαν βία, παρενόχληση και εκμετάλλευση, μα κατάφεραν να προχωρήσουν και να κοιτάξουν κατάματα τη ζωή. Για τους «ευάλωτους» που χλευάστηκαν όντας ευαίσθητοι και διαφορετικοί. Γι’ αυτούς... που αγάπησαν τον εαυτό τους.

Διαθέσιμο δωρεάν στην ιστοσελίδα www.giorgoslitsikakis.gr ή προς προαιρετική αγορά στις ψηφιακές πλατφόρμες όπως, iTunes, Google play, Amazon κλπ.

Το τραγούδι συνοδεύει videoclip που αποτυπώνει με ακρίβεια το μήνυμα του τραγουδιού. Συμμετέχει ο ηθοποιός Θεοδόσης Παπαδημητρόπουλος, ενώ την επιμέλειά του υπογράφει ο Σταύρος Συμεωνίδης.

Συντελεστές:
Στίχοι, μουσική : Γιώργος Λιτσικάκης
Ενορχήστρωση, ηχογράφηση, παραγωγή : Γιώργος Λιτσικάκης
Η ηχογράφηση, η μίξη και το mastering έγιναν στο NobileSoundStudio (www.nobilesound.gr)
Έπαιξαν οι μουσικοί :
Χρήστος Βίγγος: τύμπανα
Θοδωρής Σταυριανός: ηλεκτρικό μπάσο
Σταύρος Παργινός: τσέλο
Γιώργος Λιτσικάκης: ηλεκτρικές κιθάρες, βιολί, πλήκτρα, φωνή.

Official Links:
www.giorgoslitsikakis.gr
www.youtube.com/giorgoslitsikakis
www.facebook.com/Giorgos.Litsikakis

Οι... "300" ηρωικοί αναγνώστες